Πονάει.
Πονάει περισσότερο απ’ οτιδήποτε αυτού του κόσμου.
Ο θάνατος του Aγαπημένου φέρνει το θάνατο του εαυτού.
Ο θάνατος πονάει γιατί πεθαίνουμε εμείς
κι όχι εκείνος που έφυγε.
Πεθαίνει ό,τι μας όριζε ως τώρα.
Με το θάνατο του αγαπημένου αποχαιρετούμε
τη μέχρι τότε ταυτότητά μας.
Ορίζουμε τον άνθρωπο από το ποιούς μας κάνει δίπλα του.
Ορίζουμε το θάνατο από τον πόνο που χάνουμε ό,τι υπήρξαμε.
Ο άλλος είναι η αφορμή κι ο πόνος του θανάτου του
είναι αποχαιρετισμός του δικού μας κομματιού
που μοιράστηκε τη ζωή μ’ εκείνον που έφυγε.
Είτε για τους πολλούς είτε για τον ένα,
ο θάνατος παίρνει
ό,τι ζήσαμε εμείς μαζί τους.
Η ζωή μας μεταξύ μας είναι γεμάτη θανάτους,
πώς να φοβόμαστε το θάνατο
αφού πεθαίνουμε συνέχεια
όταν αφήσουμε τη ζωή ελεύθερη
να μας ανασταίνει…
Πονάει γιατί βάζουμε ό,τι είμαστε στο καράβι
και του κουνάμε το μαντήλι απ’ το γιαλό για πάντα.
Πονάει ο θάνατος γιατί είναι σαν τη θάλασσα
που δεν ελέγχουμε.
Πονάει γιατί φοβόμαστε να προχωρήσουμε
ενώ πίσω μένει
ό,τι ξέρουμε σαν Ζωή.
Πονάει γιατί δεν γνωρίζουμε πού παραδινόμαστε.
Εκείνος που φεύγει
είναι ο εαυτός σου που τελείωσε όπως τον ήξερες.
Αν πεθάνει η προσκόλληση,
ο Aγαπημένος ζει για πάντα.
...στη μνήμη σου κάθε 6 του μήνα...